Διήγημα: Μάχη επιβίωσης

Date:

Του Ανδρέα Τρακάκη | Έτος 1958. Ο Αλκιβιάδης Χατζηπαπαδάκης έχοντας τελειώσει σπουδές, ειδίκευση και στρατιωτική θητεία, άνοιξε μικροβιολογικό ιατρείο στο Ηράκλειο της Κρήτης, στην Λεωφόρο Καλοκαιρινού, όχι μακριά από την Χανιώπορτα, στον πρώτο όροφο, καινουργιοκτισμένης οικοδομής. Γύρω του δικηγορικά γραφεία, κάτω υαλοπωλείο και σουβλατζίδικο.   

Έμενε με τους γονείς του στον Μασταμπά. Το σπίτι τους ευρύχωρο μονώροφο αρχοντικό, το ομόρφαιναν ο δενδρόκηπος και τα πολύχρωμα λουλούδια.

Σήμερα στην θέση του ορθώνεται πολυώροφη οικοδομή. Τέτοιες έπνιξαν και κατέστρεψαν την πόλη.

Ο πατέρας του ήταν συνταξιούχος αρχιτέκτονας μηχανικός, η αδελφή του καθηγήτρια μαθηματικών με δυο αγόρια, παντρεμένη στην Θεσσαλονίκη.

Τριαντάρης ανύπανδρος γύρω στο ένα εβδομήντα, γεμάτος, αισθανόταν την ανάγκη γυναίκας. Κατέφευγε στους οίκους ανοχής. Ντρεπόταν που τον έβλεπαν. Οδηγούσε ιδιόκτητο Ι.Χ. Θα μπορούσε να πηγαίνει είτε στο Ρέθυμνο ή τα Χανιά, είτε στον Άγιο Νικόλαο ή την Ιεράπετρα. Και στην απίθανη περίπτωση που τον θωρούσε κανένας γνωστός, θα τον έκρινε με επιείκεια. Άγνωστο γιατί δεν το ‘κανε.

Έφταιγε άραγε η γοητεία της Νίτσας, κοινής γυναίκας που τον εξυπηρετούσε; Η επαφή μαζί της τον άφηνε απόλυτα ικανοποιημένο.

Μάλλον ψηλή, ωραιότατο λαχταριστό σώμα, ξανθιά με πράσινα μάτια, όμορφο πρόσωπο. Η διέγερση ανέβλυζε από όλο της το είναι. Διέθετε χάρη και τσαχπινιά, δεν είχε μετατραπεί σε στρίγκλα, όπως άλλες του συναφιού.

Της πρότεινε να της τηλεφωνούσε και ν’ άρχεται στο εργαστήριό του, μεσημέρι λίγο προτού κλείσει. Τάχα για να κάνει εξέταση αίματος.

Για κάθε επίσκεψη θα της έδινε εκατό δραχμές, αντί για πενήντα πέντε που έπαιρνε. Θα ‘σμιγαν με την ησυχία τους, αφού σφάλιζαν την πόρτα. Δέχτηκε με ενθουσιασμό.

Το καψόνι άρχισε σχεδόν αμέσως. Πρόβαλε ότι ώρα της κατέβαινε. Κάθε τόσο του ‘στελνε την Ελενάρα, την υπηρέτριά της.

Μαυριδερή, σταφιδιασμένη γριά, με ακανόνιστα πάχη, του ‘λεγε με την χονδρή αντιπαθητική φωνή της.

– Κύριε Αλκιβιάδη. Δώστε μου σας παρακαλώ εκατό δραχμές.

Κοκκινίζοντας σαν παντζάρι της τα ‘δινε. Προς το παρόν, δεν ξεμπούκαραν στο σπίτι του. Ως πότε όμως;

Η διαπόμπευση ήταν πολύ χειρότερη από την πέρα από τα συμφωνηθέντα οικονομική επιβάρυνση.

Διαισθανόταν τα ειρωνικά σχόλια πελατών, γειτόνων, επαγγελματικών ανταγωνιστών. Ο διασυρμός σύντομα θα φερνε την καταστροφή.

Η υπόθεση κράτησε κανένα δίμηνο. Πήγαινε να σκάσει.

Στο μεταξύ τέλεψε το προξενιό με την Μαρίκα, θυγατέρα μεγαλεμπόρου της πόλης.

Γύρω στα είκοσι πέντε, καστανή, μέσου αναστήματος, εμφανίσιμη.

Ο γάμος τελέστηκε στον Άγιο Τίτο, παρουσία πλήθους συγγενών και φίλων. Υπέροχος ο μήνας του μέλιτος στην Γαλλία. Είκοσι μέρες στο Παρίσι, άλλες τόσες στην Επαρχία.

Λίγο μετά την επιστροφή τους η Μαρίκα, φεύγοντας από το εργαστήριο του συζύγου της, βρέθηκε με την Νίτσα πρόσωπο με πρόσωπο. Ανέβαινε τις σκάλες. Της την είχαν επαρκώς περιγράψει.

Της έφραξε τον δρόμο.

– Τι γυρεύεις εδώ, ούρλιαξε. Μην ξαναπατήσεις, γιατί δεν θα φύγεις ζωντανή.

Δεν τους ξαναενόχλησε. Έζησαν ευτυχισμένοι με τα παιδιά που έφεραν στον κόσμο.

Ακολουθήστε το agonaskritis.gr στο Google News, στο facebook και στο twitter και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις

Κοινοποιήστε:

Εγγραφείτε

spot_imgspot_img

Δημοφιλή

Περισσότερα σαν αυτό
Related

Φόρος τιμής στους πρωτοπόρους Έλληνες μετανάστες στις Δυτικές Πολιτείες των ΗΠΑ | Φωτός

Του Μανώλη Βεληβασάκη, Προέδρου ΠΣΚ Πριν από ενάμιση αιώνα, Αμερικανοί πολίτες...

Η άγνωστη ιστορία πίσω από τα κάλαντα της Πρωτοχρονιάς

Του Αιμίλιου Δασύρα | Έχετε προσέξει ότι τα κάλαντα...

Έθιμα των Χριστουγέννων στην Κρήτη

Τα Χριστούγεννα ή οι «Γιορτές» στην Ελλάδα δεν είναι...