Ριξ’ ένα βλέμμα σιωπηλό
στον κόσμο τον αμαρτωλό
και δες η γη πως καίει.
Και με το χέρι στην καρδιά
αν δεν σ’ αγγίξει η πυρκαγιά
ψάξε να βρεις ποιος φταίει.
Σαν χαμοπούλι ταπεινό
που δεν εγνώρισε ουρανό
και περπατά στο χώμα
την ενδεκάτη εντολή
δεν τη σεβάστηκες πολύ
γι’ αυτό πονάς ακόμα….
Είναι καινούργια και παλιά
σαν της ψυχής την αντηλιά
σαν της καρδιάς τα βάθη
Μα μες στου κόσμου τη φωτιά
που μπερδευτήκαν τα χαρτιά
κανείς δεν θα τη μάθει.
Τράβα να βρεις το Μωυσή
και ξαναρώτα τον κι εσύ
μήπως αυτός την ξέρει
την ενδεκάτη εντολή
που ’ ν’ ολοκάθαρο γυαλί
και κοφτερό μαχαίρι.
Στην παγωμένη σου ερημιά
το γέλιο γίνεται ζημιά
και η ομορφιά σκοτάδι.
Έτσι είναι φίλε μου η ζωή
φέρνει τον ήλιο το πρωί
την καταχνιά το βράδυ.
Κάνε λοιπόν υπομονή
τώρα που φως δε θα φανεί
κι ούτε θα ‘ρθει καράβι.
Την ενδεκάτη εντολή
την ξέρουν μόνο οι τρελοί
κι όλης της γης οι σκλάβοι.