Οι αγρότες του Θεσσαλικού κάμπου καλλιεργούν βαμβάκι δουλεύουν δύο μήνες το χρόνο και συνήθως μένει αδιάθετο στις αποθήκες. Όμως εισπράττουν τις επιδοτήσεις και κάθονται. Τους υπέδειξαν να κάνουν αναδιάρθρωση καλλιεργειών και να δημιουργήσουν οργανωμένα βουστάσια, δεδομένου ότι η Ελλάδα δαπανά τεράστια ποσά για εισαγωγή κρεάτων, όσα και για τους εξοπλισμούς οπλικών συστημάτων που είναι οι υψηλότεροι στην Ευρώπη, συγκριτικά με το μέγεθος της χώρας.
Του Μανούσου Γ. Δασκαλάκη
Οι Θεσσαλοί αγρότες αρνήθηκαν γιατί έχουν συνηθίσει να εργάζονται λίγο, και να ζουν με τις επιδοτήσεις. Τελικά αντί να ωφελήσουν οι επιδοτήσεις, έβλαψαν τους αγρότες επειδή τους δημιούργησαν ασφάλεια και εφησυχασμό. Στην σύγχρονη όμως πραγματικότητα της ανοιχτής παγκοσμιοποιημένης αγοράς, οι παλιού τύπου αγρότες, αυτοί που έχουν μικρές ιδιοκτησίες δεν επιβιώνουν.
Ο σύγχρονος αγρότης και εκμεταλλεύσιμη επαρκώς ιδιοκτησία πρέπει να έχει, και πτυχίο γεωργικής σχολής αλλά και εμπορική διαχείριση {ΜΑΡΚΕΤΙΝΓΚ }πρέπει να γνωρίζει. Αυτό είναι το μοντέλο του αγρότη επιχειρηματία που έπρεπε να καλλιεργηθεί από τους ιθύνοντες. Όσοι έχουν μικρές ιδιοκτησίες πρέπει να εκπροσωπηθούν από ομάδες παραγωγών, ή νέου τύπου συνεταιρισμούς χωρίς τις δουλείες του μαύρου και διεφθαρμένου παρελθόντος.
Συμπέρασμα: Η στήριξη από το κράτος πρέπει να είναι θεσμική, προς την προσπάθεια της ανάπτυξης και επιβίωσης τους. Είναι παράλογο να ζητούν ενισχύσεις, από ένα κράτος που δεν έχει ρευστότητα, και που δεσμεύεται από τους ευρωπαϊκούς, κανόνες ενώ έχει γίνει παίγνιο της διεθνούς κερδοσκοπίας.