Το τραγούδι του Χριστού

Date:

Ψάλλεται τη Μ. Παρασκευή

«Κάτω στα Ιεροσόλυμα και του Χριστού τον τάφο εκεί καθόταν Παναγιά μόνον και μοναχή της. Τας προσευχάς της έκανε για τον Μονογενή της. Φωνή εξήλθε εξ ουρανού κι απ’ αρχαγγέλου στόμα: «Φτάνουν κυρά μ’ οι προσευχές, σώνουν και οι μετάνοιες».

Βγαίνει στην πόρτα η Παναγιά να δει και να ρωτήσει, βλέπ’ τον ουρανό θολό και τ’ άστρα βουρκωμένα και το φεγγάρι της αυγής στο αίμα βουτηγμένο, βλέπει τον Γιάννη κι έρχεται κλαμένο, πικραμένο.

–         Τι έχεις Γιάννη μ’ κι έρχεσαι κλαμένος, πικραμένος;

–         Το δάσκαλό μου πιάσανε και στα χαλκιά τον πάνε και στου Πιλάτου την αυλή εκεί τον τυραννάνε.

Σαν τ’ άκουσε η Παναγιά πέφτει λιποθυμάει, κρύο νερό της πειχούν, τρία κανάτια μόσχο και τρία το ροδόσταμο, ώσπου να σενεφέρει. Και πάνω που συνήφερε αυτόν τον λόγο λέει:

Που είν’ η Μάρθα και η Ματθία και του Λαζάρου η μάνα, του Ιακώβ η αδελφή κι οι τέσσερις αντάμα να πάμε να τον εβρούμε προτού τονε σταυρώσουνε, προτού του βάλουν τα καρφιά και τονε φαρμακώσουν.

Πήραν το δρόμο το δρομί, δρομί το μονοπάτι, το μονοπάτι σ’ έβγαλε στου τσιγγάνου την πόρτα.

–         Ώρα καλή σου μάστορα, και τι ‘ναι αυτά που κάνεις;

–         Ένανε θα σταυρώσουμε κάνω τα καρφιά του, με παράγγειλαν τέσσερα, μα ‘γω τα κάνω πέντε.

–         Πες μου, αμάν, ω μάστορα, τι θα τα κάνεις πέντε;

–         Τα δυο στα δυο τα χέρια Του, τα δυο στα γόνατά Του, το πέμπτο το φαρμακότερο το βάζω στην καρδιά Του, να τρέξει αίμα και νερό, να λιγοθ’ η καρδιά Του.

Σαν τ’ άκουσε η Παναγιά πέφτει λιποθυμάει, κρύο νερό της πειχούν, τρία κανάτια μόσχο και τρία το ροδόσταμο, ώσπου να σενεφέρει. Και πάνω που συνέφερε αυτόν τον λόγο λέει:

Ανάθεμα σε τσιγγάνε, ποτέ να μην χιλιάσεις, όπου κι αν πας και σταθείς, κατάστασ’ να μην έχεις.

Πήραν το δρόμο το δρομί, δρομί το μονοπάτι, το μονοπάτι σ’ έβγαλε στην πόρτα του Πιλάτου. Βρίσκουν τις πόρτες σφαλιστές και τα κλειδιά παρμένα και τα μικρά παράθυρα σφιχτά μανταλωμένα.

Άνοιξε πόρτα του ληστού και πόρτα του Πιλάτου κι η πόρτ’ από το φόβο της ανοίγει μοναχή της. Μπαίνει κει μέσα η Παναγιά, κανένα δε γνωρίζει, τηράει ζερβά, τηράει δεξιά, τηράει τον Αϊ Γιάννη.

Γιάννη μου κι Αϊ Γιάννη μου και Βαπτιστά του Γιου μου, μην είδες το παιδάκι μου και σε το δάσκαλό σου;

– Δεν έχω στόμα να σου πω, γλώσσα να σε μιλήσω, καρδιά δεν το νταγιαντά για να στ’ ομολογήσω.

Το βλέπεις κείνο το γυμνό, τον παραπονεμένο, που φορεί πουκάμισο στο αίμα βουτηγμένο, όπου φορεί στην κεφαλή στεφάνι αγκαθένιο; Εκείνος είναι ο γιόκας σου κι εμέ ο διδάσκαλός μου.

Σαν τ’ άκουσε η Παναγιά πέφτει λιποθυμάει, κρύο νερό της πειχούν, τρία κανάτια μόσχο και τρία το ροδόσταμο, ώσπου να συνεφέρει.

Και σαν της ήρθε ο λογισμός και σαν της ήρθε ο νους της, ζητάει μαχαίρι να σφαγεί, φωτιά να πάει να πέσει, ζητάει γκρεμό να γκρεμιστεί για τον Μονογενή της.

Απιλογιέται κι ο Χριστός απ’ τα σταυρώματά Του:

Μάνα μου σαν σφαγείς εσύ, σφαγετ’ ο κόσμος όλος. Σύρε μάνα μ’ στο σπίτι σου και στην καλή σου ώρα, βάλε κρασί μεσ’ στο γυαλί κι αφράτο παξιμάδι και κάνε την παρηγοριά, να το βρει ο κόσμος όλος. Μόνον το Μέγα Σάββατο, κοντά στο μεσονύχτι, που θα λαλήσ’ ο πετεινός, σημάνουν οι καμπάνες, τότες και συ, μανούλα μου, να ‘χεις χαρές μεγάλες, τότες κι εγώ θ’ αναστηθώ με τις χρυσές λαμπάδες. Όποιος το λέει σώζεται, κι όποιος τ’ ακούει, αγιάζει, κι όποιος το καλοφουγκριστεί, παράδεισο θα λάβει, παράδεισο και λίβανο από τον Άγιο Τάφο»

Από το “Εδεσματολόγιον Σμύρνης” εκδόσεις “Κοχλίας”

Ακολουθήστε το agonaskritis.gr στο Google News, στο facebook και στο twitter και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις

Κοινοποιήστε:

Εγγραφείτε

spot_imgspot_img

Δημοφιλή

Περισσότερα σαν αυτό
Related

Φόρος τιμής στους πρωτοπόρους Έλληνες μετανάστες στις Δυτικές Πολιτείες των ΗΠΑ | Φωτός

Του Μανώλη Βεληβασάκη, Προέδρου ΠΣΚ Πριν από ενάμιση αιώνα, Αμερικανοί πολίτες...

Η άγνωστη ιστορία πίσω από τα κάλαντα της Πρωτοχρονιάς

Του Αιμίλιου Δασύρα | Έχετε προσέξει ότι τα κάλαντα...

Έθιμα των Χριστουγέννων στην Κρήτη

Τα Χριστούγεννα ή οι «Γιορτές» στην Ελλάδα δεν είναι...